Αυτό τον καιρό ασχολούμαι με μια έρευνα σχετικά με την οικονομική συγκέντρωση στο χώρο της τηλεόρασης και το θεσμικό πλαίσιο που τη διέπει στην Ελλάδα. Συγκέντρωσα λοιπόν στοιχεία σχετικά με τα συγκροτήματα που δραστηριοποιούνται στον τομέα. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό.
Ο έλεγχος των τηλεοπτικών ΜΜΕ στην Ελλάδα ασκείται από μια δεκάδα χρηματιστικών πόλων/οικογενειών των οποίων τα συμφέροντα έχουν διακλαδώσεις στο σύνολο σχεδόν της οικονομίας. Η λίστα που ακολουθεί δεν είναι διεξοδική. Δίνει όμως μια ιδέα για το πώς η μηντιακή δημόσια σφαίρα, αλλά και ο τόπος γενικότερα, κυριαρχείται από μια οικονομική ολιγαρχία.
Οι σχέσεις των παραγόντων αυτών χαρακτηρίζονται κατ’αρχάς από έναν οξύ ανταγωνισμό σε συγκεκριμένους οικονομικούς τομείς, όπως για παράδειγμα τα διαφημιστικά έσοδα της ιδιωτικής τηλεόρασης, αλλά ταυτόχρονα από κοινά συμφέροντα σε άλλους. Η διαμόρφωση αυτή καταλήγει σε προσωρινές συγκρούσεις και συμμαχίες των οποίων οι πρωταγωνιστές εναλλάσσονται χωρίς όμως να επηρεάζονται τα βασικά χαρακτηριστικά του επικοινωνιακού συστήματος στο σύνολο του, μια διαδικασία που ο Ben H. Bagdigian ονομάζει « μονόπολη των μέσων ».
Το 2008 οι κυριότεροι παράγοντες της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Ελλάδα είναι ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, η Πήγασος Εκδοτική του Γιώργου Μπόμπολα, οι Χ.Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις (MEGA), ο Όμιλος Αντέννα του Μίνωα Κυριακού (ANT1), ο Όμιλος Κοντομηνά (ALPHA), ο Όμιλος Βαρδινογιάννη (STAR), ο Όμιλος Κουρή (ALTER) και ο Όμιλος Αλαφούζου (ΣΚΑΪ). Δευτερεύουσες θέσεις στον χώρο έχουν λάβει την τελευταία περίοδο, μεταξύ άλλων, οι οικογένειες Κόκκαλη (TV MAGIC), Ρέστη (MEGA μέσω ΔΟΛ) και Μαρινάκη (ΣΚΑΪ), αντικατοπτρίζοντας έτσι τις ανακατατάξεις στο επιχειρηματικό γίγνεσθαι της χώρας. Tο σύνολο των προαναφερθέντων παραγόντων είναι αντικείμενο οικονομικής συγκέντρωσης των τριών μορφών σε διαφορετικό βαθμό.
Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη
Η εταιρεία, εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών, παραμένει υπό τον έλεγχο του Χρήστου Λαμπράκη που διαθέτει το 7,364% του μετοχικού κεφαλαίου και 33,24% των δικαιωμάτων ψήφου και είχε κύκλο εργασιών το 2007 της τάξης των 282.000.000 ευρώ. Το συγκρότημα είναι μέτοχος της εταιρείας Τηλέτυπος (21,76%), ιδιοκτήτριας του τηλεοπτικού σταθμού MEGA, της Εκδοτικής Βορείου Ελλάδος (33,33%), που εκδίδει την εφημερίδα ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ και το περιοδικό CLOSE UP, των Ειδικών Εκδόσεων, της Νέας Ακτίνας (50%), του εκδοτικού οίκου Ελληνικά Γράμματα, του πρακτορείου διανομής τύπου Άργος (38,5%), των βιβλιοπωλείων Παπασωτηρίου (30%), των εκτυπωτικών Iris ΑΕ (50%) και Multimedia ΑΕ, της εταιρείας τηλεοπτικών παραγωγών Studio ATA, της πλατφόρμας συνδρομητικής τηλεόρασης της Multichoice Hellas, μέσω του Τηλέτυπου, των εταιρειών παροχής υπηρεσιών Ramnet, Phaistos Networks, Interoptics, Eurostar, Triaina Travel, Expo Plan, NetOnLine, Shop21.gr και Μιχαλακοπούλου Κτηματική Τουριστική. Ο ΔΟΛ εκδίδει ΤΑ ΝΕΑ και ΤΟ ΒΗΜΑ, που το 2007 είχαν αθροιστικά μέση ημερήσια κυκλοφορία 112.114 τευχών, καθώς και τα αντίστοιχα sites, περιοδικά ( MEN, COSMOPOLITAN, FREE, MARIE CLAIRE, FHM, RAM, VITA, HITECH, NATIONAL GEOGRAPHIC, DISCOVERY & SCIENCE, TV ΖΑΠΙΝΓΚ, ΓΑΙΟΡΑΜΑ, ΔΙΑΚΟΠΕΣ), αθλητική εφημερίδα (ΕΞΕΔΡΑ), ξενόγλωσση εφημερίδα (ATHENS NEWS) και διαδικτυακές πύλες όπως το in.gr και το pathfinder.gr.
Πήγασος Εκδοτική
Η Πήγασος Εκδοτική, εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών, παραμένει υπό τον έλεγχο της οικογένειας Μπόμπολα που διαθέτει το 75,25% των μετοχών και είχε κύκλο εργασιών για το 2007 που έφτασε τα 197.070.000 ευρώ. Η εταιρεία εκδίδει το ΕΘΝΟΣ, με μέση ημερήσια κυκλοφορία 43.779 φύλλων το 2007, την ΗΜΕΡΗΣΙΑ, την GOAL NEWS, τις ΝΕΕΣ ΑΓΓΕΛΙΕΣ, σημαντικό αριθμό περιοδικών (ΙΔΑΝΙΚΟ ΣΠΙΤΙ, ΣΙΝΕΜΑ, ELLE, MAX, CAR & DRIVER, VOYAGER, ΛΟΙΠΟΝ, TV ΖΑΠΙΝΓΚ, BAZAAR) και τις δημοφιλείς πύλες e-go.gr και ethnosport.gr. Στις αρχές του 2008 αποκτήθηκε και ο έλεγχος της εφημερίδας ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ (70%). Ο όμιλος είναι μέτοχος του Τηλέτυπου (23,97%), της εκτυπωτικής εταιρείας Iris ΑΕ (50%), της Εκδοτικής Βορείου Ελλάδος (33,3%) της Ν. Λιάπης Βιβλιοδετική ΑΕ, του πρακτορείου Ευρώπη (21%), της εταιρείας τηλεοπτικών παραγωγών Άνωση ΑΕ και της Multichoice Hellas και έχει παρουσία στον τομέα των υπηρεσιών μέσω των θυγατρικών Πήγασος Interactive, 3Nsold, Lexitel, Αποστολή ΑΕ, στην υπαίθρια διαφήμιση μέσω της Νarad (50%) και στις κατασκευές μέσω της Ελληνικής Τεχνοδομικής.
Χ.Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις
Η εταιρεία, εισηγμένη στο χρηματιστήριο, βρίσκεται υπό τον έλεγχο της οικογένειας Τεγόπουλου η οποία και κατέχει το 77,53% του μετοχικού κεφαλαίου. Παρουσίασε κύκλο εργασιών το 2006 περί τα 124.843.448 ευρώ. Εκδίδει την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, με μέση ημερήσια κυκλοφορία 54.735 φύλλων το 2007, μαζί με τα ένθετα περιοδικά Ε-9, Ε-ΙΣΤΟΡΙΚΑ, ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, Ε-ΙΑΤΡΙΚΑ, την Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, με τα ένθετα ΕΨΙΛΟΝ και ON-OFF, την εφημερίδα μικρών αγγελιών ΧΡΥΣΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ και τους δικτυακούς τόπους enet.gr και xe.gr. Η Χ.Κ. Τεγόπουλος είναι μέτοχος του Τηλέτυπου (2,68%), των Εκδόσεων Δραγούνη (15%), της Φωτοεκδοτικής (90%), της Έψιλον Γραφικές Τέχνες, της Έψιλον Νετ (50%), του πρακτορείου Άργος (24,12%), των εταιρειών παροχής υπηρεσιών Mediatel (44%), Media Call Center (20%), Έψιλον Τελεκόμ (16%) Έμφασις Εκδοτική (9,4%) και της εταιρείας ναυπήγησης και επισκευής σκαφών αναψυχής Planatech (20%).
Όμιλος Αντέννα
Κύριος μέτοχος του ομίλου, με κύκλο εργασιών 147.122.137 ευρώ για το 2005, είναι η οικογένεια Κυριακού που ελέγχει μέσω χρηματιστικών εταιρειών (holdings) 98,5% του μετοχικού κεφαλαίου. Ο όμιλος μετέχει σε τηλεοπτικά κανάλια και ραδιοφωνικούς σταθμούς στην Ελλάδα και το εξωτερικό (ΑΝΤ1, ΑΝΤ1 SATELLITE, ANT1 PACIFIC, ANT1 GOLD, ΑΝΤ1 TV Κύπρου, NOVA TV, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ TV, ΑΝΤ1 FM 97,2, BANANA FM 104, ΡΥΘΜΟΣ 94,9, ΑΝΤ1 FM Κύπρου, RADIO EXPRESS). Μέσω των θυγατρικών Δάφνη Επικοινωνίες και ΑΝΤ1 Internet, το συγκρότημα εκδίδει επίσης περιοδικά (DIVA, ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ ΝΕΟΙ ΓΟΝΕΙΣ, ΟΙΚΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΣΜΗΣΗ, ΜΕΤΡΟ, ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΣ, ΑΜΥΝΑ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ, PENTHOUSΕ, ΣΟΚ, EXODOS) και δικτυακούς τόπους (antenna.gr και exodos.gr). Ο Όμιλος Αντέννα ελέγχει το Εργαστηρίο Ελευθέρων Σπουδών του ΑΝΤ1, την Νίκη Εκδοτική, τις εταιρείες παραγωγής ραδιοτηλεοπτικού υλικού Επικοινωνία ΑΕ και Ena Production, την Audiotex και τη δισκογραφική Heaven (15% του ελληνικού ρεπερτορίου). Είναι επίσης μέτοχος της NetMed (4,2%), ιδιοκτήτριας της Multichoice Hellas, της ΕMI Music Greece και των καταστημάτων Virgin Megastores. Κύριες συνιστώσες του ομίλου Κυριακού είναι η εφοπλιστική εταιρεία Athenian Sea Carriers, η χρηματιστηριακή Euroholdings Capital and Investments Corp, η εταιρεία λογισμικού και ηλεκτρονικών συστημάτων Unibrain και η εταιρεία συστημάτων επικοινωνίας ΑΝΤΕΛ ΑΕ.
Όμιλος Κοντομηνά
Τον Σεπτέμβρη του 2005 η οικογένεια Κοντομηνά ήλεγχε άμεσα πάνω από το 50% των μετοχών της εταιρείας Alpha Δορυφορική Τηλεόραση που παρουσίασε κύκλο εργασιών 61.028.531 ευρώ για την ίδια χρονιά. Το συγκρότημα μετέχει σε τηλεοπτικά κανάλια και ραδιοφωνικούς σταθμούς (ALPHA, CHANNEL 9, ΑΛΦΑ 98,9, ΠΑΛΜΟΣ 96,5) στην εταιρεία τηλεοπτικών παραγωγών Plus Productions, στις Εκδόσεις Ιλισσός, στις εφημερίδες Μικρές Αγγελίες (33,3%), City Press (75%) και Sport Day (33%). Ο Δημήτρης Κοντομηνάς διαθέτει επίσης εταιρείες στο χώρο των ηλεκτρονικών συσκευών ήχου και εικόνας (Panasonic-Intertech), στις διαφημιστικές κατασκευές (Intervista), στις τηλεπικοινωνίες (Cosmoline), στις ασφαλιστικές υπηρεσίες (Bestline), στην αεροπλοΐα (Interjet), στα βιολογικά προϊόντα (Green Farm) και στα τυχερά παιχνίδια μέσω της συνεργασίας με την William Hill Bet.
Όμιλος Αλαφούζου
Η οικογένεια Αλαφούζου με 74,9% του κεφαλαίου ελέγχει το εισηγμένο συγκρότημα Καθημερινή ΑΕ που παρουσίασε κύκλο εργασιών 92.352.461 ευρώ το 2006. Μέσω αυτού και άλλων θυγατρικών ο όμιλος ελέγχει το τηλεοπτικό κανάλι ΣΚΑΪ, τους ραδιοφωνικούς σταθμούς ΣΚΑΪ 100,3, RED, ANGEL και ΜΕΛΩΔΙΑ, εκδίδει την διαδικτυακές πύλες eone.gr, skai.gr, kathimerini.gr, την αθλητική SPORT DAY, την δωρεάν εφημερίδα METROPOLIS, την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, με μέση ημερήσια κυκλοφορία 58.638 φύλλων για το 2007 και σημαντικό αριθμό ένθετων περιοδικών. Συμμετέχει επίσης με μικρό ποσοστό στον Τηλέτυπο καθώς και στις εταιρείες Δέσις ΑΕ, Maison Εκδοτική (50%), Εξερευνητής Explorer (51%) και City Servers (22,5%), στις εκδόσεις Άρκτος (30%), στο πρακτορείο διανομής τύπου Ευρώπη (21%) και στα Καταστήματα Τύπου στο Διεθνές Αεροδρόμιο (25%). Ο όμιλος διαθέτει επιχειρήσεις στο εφοπλιστικό τομέα (Αργοναύτης), στις κατασκευές (Έργων ΑΤΕ) στην εκμετάλλευση ακινήτων και στις υπηρεσίες (Αποστολή ΑΕ).
Όμιλος Κουρή
Η οικογένεια Κουρή ελέγχει τα τηλεοπτικά κανάλια MAD και ALTER καθώς επίσης και τους ραδιοφωνικούς σταθμούς ORANGE, LOVE RADIO, REAL, και MAD RADIO. Επίσης εκδίδει τις εφημερίδες ΑΥΡΙΑΝΗ και ΦΙΛΑΘΛΟΣ και είναι μέτοχος του πρακτορείου διανομής τύπου Άργος (3%).
Όμιλος Γιαννίκου
Ο Κώστας Γιαννίκος είναι μέτοχος της εταιρείας Ελεύθερη Τηλεόραση (25%), ιδιοκτήτριας του ALTER. Ταυτόχρονα είναι ιδιοκτήτης των δισκογραφικών εταιρειών Legend, Lyra και MBI, του εκδοτικού οίκου Modern Times, των ραδιοφωνικών σταθμών JOHN GREEK, CAPTAIN JACK και OASIS 88, της εταιρείας διανομής και πώλησης DVD Camelot Media και θεατρικών αιθουσών μέσω της εταιρείας Ελληνική Θεαμάτων. Ο όμιλος εκδίδει επίσης την οικονομική εφημερίδα ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ και τα περιοδικά TIVO και AVANTI.
Όμιλος Βαρδινογιάννη
Η οικογένεια Βαρδινογιάννη είναι ιδιοκτήτρια του τηλεοπτικού σταθμού STAR και μέτοχος του MEGA. Ελέγχει εφημερίδες (ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ, ESPRESSO, TRAFFIC, ΙΣΟΤΙΜΙΑ) και περιοδικά, μέσω της Daily Press Magazines (ΜΠΟΜΠ, JOLIE, L’OFFICIEL, OLIVE, SPIDERMAN). Επίσης, μέσω της στρατηγικής συμμαχίας με την Mondadori συμφερόντων Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ελέγχει τις Αττικές Εκδόσεις και μέσω αυτών εκδίδει περιοδικά (MADAME FIGARO, HARPER’S BAZAAR, MIRROR, CELEBRITY, SHAPE, GRAZIA, PLAYBOY, PC MAGAZINE, ΤΗΛΕΘΕΑΤΗΣ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ) και διατηρεί ραδιοφωνικούς σταθμούς (SOHO, ΔΙΕΣΗ, ROCK FM, ATHENS RADIO DJ). Τέλος, μέσω της Audio Visual, ο όμιλος ελέγχει εταιρείες τηλεοπτικών παραγωγών (Οn Productions), κινηματογραφικές αίθουσες (Ster Cinemas), πάρκο ψυχαγωγίας (Allu Fun Park) και δραστηριοποιείται στην αγορά και διάθεση κινηματογραφικών δικαιωμάτων καθώς και στην αναπαραγωγή και διανομή ταινιών. Είναι επίσης ιδιοκτήτης ποδοσφαιρικής ομάδας (Παναθηναϊκός). Ιστορικά ο πρωταρχικός τομέας δραστηριότητας του ομίλου είναι η ναυτιλία και στα πετρελαιοειδή.
Είναι οι ίδιοι οι αναγνώστες το μέλλον της δημοσιογραφίας; Σκέψεις πάνω στην ενημέρωση μέσω διαδικτύου.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του νέου ίντερνετ (ή Web 2.0) είναι η σταδιακή εξισορρόπηση της συσχέτισης δυνάμεων μεταξύ προσφοράς και ζήτησης σε ότι αφορά πληροφοριακά άϋλα αγαθά που διακινούνται μέσω διαδικτύου. Ποιες είναι όμως οι επιπτώσεις στη δημοσιογραφία;
Τελευταία όλο και περισσότερα μέσα ενημέρωσης σε Ευρώπη και ΗΠΑ (Τhe Guardian, Le Monde, Libération, New York Times) προσπαθούν να εκμεταλλευτούν το ενδιαφέρον των χρηστών του διαδικτύου για τη μπλογκοσφαίρα δημιουργώντας blogs για τους δημοσιογράφους τους που λειτουργούν ως δορυφόροι του επίσημου δικτυακού τους τόπου. Η τελευταία μελέτη της Nielsen / Netratings σχετικά με την επισκεψιμότητα των δέκα πρώτων sites εφημερίδων στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι αρκετά διαφωτιστική σε ότι αφορά αυτή την εξέλιξη. Η αύξηση των επισκέψεων στα δημοσιογραφικά blogs που συνδέονται με τα sites των μεγάλων media είναι πολύ μεγαλύτερη από ότι αυτή των ίδιων των μέσων : +210% για τα blogs και μόνο +9% για τις εφημερίδες μεταξύ Δεκεμβρίου 2005 και Δεκεμβρίου 2006. Τα blogs δημοσιογράφων αντιπροσωπεύουν σήμερα 13% της κίνησης των εφημερίδων για τις οποίες εργάζονται έναντι 4% ένα χρόνο πριν. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ακόμα τέτοια γενικευμένη τάση. Όμως συλλογικά blogs επαγγελματιών δημοσιογράφων όπως το press-gr.blogspot.com εμφανίζουν μεγάλη επισκεψιμότητα που φτάνει τους 3.000 αναγνώστες ημερησίως, κυρίως από το χώρο της δημοσιογραφίας και της πολιτικής, σε σημείο που να αντιμετωπίζονται ως πραγματικά μέσα ενημέρωσης και να δέχονται μέχρι και επίσημες διαψεύσεις από τα πρόσωπα που αναφέρονται στα άρθρα.
Οι δύο βασικοί λόγοι της εξέλιξης αυτής είναι κατά πρώτο ότι στα blogs οι δημοσιογράφοι είναι πολύ πιο ελεύθεροι σε σχέση με τον τρόπο καταγραφής και σχολιασμού των γεγονότων αφού δεν είναι υποχρεωμένοι να τηρούν κατά γράμμα την κατευθυντήρια γραμμή που συνήθως τους επιβάλλεται από την ιεραρχία τους, ούτε να χρησιμοποιούν την ξύλινη δημοσιογραφική γλώσσα των μεγάλων μέσων ενημέρωσης. Παράλληλα, οι αναγνώστες από την πλευρά τους έχουν την δυνατότητα να επέμβουν, να σχολιάσουν, να ασκήσουν κριτική ή να επιδοκιμάσουν είτε τα περιγραφόμενα γεγονότα είτε τα γραφόμενα του δημοσιογράφου.
Την ίδια στιγμή τα ίδια τα mainstream media ανοίγουν όλο και περισσότερο τις ηλεκτρονικές τους σελίδες στο αναγνωστικό κοινό. Ακόμη και ιστορικές εφημερίδες όπως η γαλλική Le Monde επιτρέπουν σήμερα στους τακτικούς αναγνώστες να σχολιάσουν ανώνυμα τα άρθρα που διαβάζουν στο site της. Στην Ελλάδα το φαινόμενο άρχισε από τα αθλητικά sites όπως το contra.gr στα οποία –για ευνόητους οπαδικούς λόγους– οι αναγνώστες έχουν πολλά να πουν. Το πρώτο μέσο πληροφόρησης για το ευρύ κοινό που σήμερα προβλέπει το σχολιασμό των άρθρων του από τους αναγνώστες είναι το in.gr του συγκροτήματος Λαμπράκη. Τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας πρακτικής είναι δημοσιογραφικής αλλά και οικονομικής φύσης. Από τη μία τα μέσα καταφέρνουν να καλλιεργήσουν έτσι μια στενή προσωπική σχέση με τους αναγνώστες τους που γίνονται τακτικοί σχολιαστές και ταυτόχρονα έχουν πρόσβαση με μηδενικό κόστος σε ανέκδοτο γραπτό υλικό που με τη σειρά του μπορεί να προσελκύσει άλλους αναγνώστες.
Από όλα αυτά συμπεραίνω ότι η μπλογκοσφαίρα επηρεάζει όλο και περισσότερο τον Τύπο στο ίντερνετ σε ότι αφορά τις μεθόδους που αυτός εφαρμόζει για να προσελκύσει αναγνώστες. Το φαινόμενο όμως είναι αμφίδρομο. Δεν είναι μόνο τα ΜΜΕ τα οποία αντιγράφουν τα blogs αλλά και το αντίστροφο. Όλο και περισσότερες πρωτοβουλίες προερχόμενες από κοινότητες χρηστών του διαδικτύου στοχεύουν στην δημιουργία ηλεκτρονικών εφημερίδων είτε αποτελούμενες αποκλειστικά από ερασιτεχνικά άρθρα είτε συνδυάζοντας τα με αυτά επαγγελματιών δημοσιογράφων. Οι προσπάθειες αυτές αποτελούν το λεγόμενο Citizen Journalism δηλαδή μια δημοσιογραφία πολιτών. Tα αρχαιότερα από αυτά τα sites είναι το δίκτυο Indymedia, που λειτουργεί ως εναλλακτικό πολιτικοποιημένο πρακτορείο ειδήσεων και το κορεάτικο Ohmynews που συνδυάζει μια σύνταξη 35 επαγγελματιών δημοσιογράφων με χιλιάδες ερασιτέχνες ανταποκριτές σε όλο τον πλανήτη. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ανάλογες προσπάθειες στηρίζονται από παραδοσιακά μέσα όπως το NewAssignment, που χρηματοδοτείται από το πρακτορείο Reuters, και το Νewsvine.com. Στη Γαλλία το Agoravox ελκύει όλο και περισσότερους αναγνώστες όπως και το Wikinews που δημιουργήθηκε από τους ιδρυτές της Wikipedia.
Η αυξανόμενη δυσπιστία του κοινού ως προς τα παραδοσιακά ΜΜΕ είναι γεγονός. Αυτό γιατί οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι θεωρούνται, πολλές φορές δίκαια, ως ανδρείκελα της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Ένα μεγάλο μέρος των πολιτών πιστεύει ότι τα κανάλια και οι εφημερίδες δεν εξυπηρετούν την αντικειμενική πληροφόρηση αλλά χρησιμοποιούν την τέταρτη εξουσία της οποίας είναι οι ιστορικοί εκπρόσωποι για να συναλλαγούν με πολιτικο-οικονομικά συμφέροντα. Έτσι το διαδίκτυο έρχεται να αναπληρώσει αυτό το κενό με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του. Δεν είναι τυχαίο ότι η επισκεψιμότητα εναλλακτικών πηγών πληροφόρησης στο ίντερνετ αυξάνεται κατακόρυφα όταν τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης υποστηρίζουν τις θέσεις του κατεστημένου σε αντίθεση με τις απόψεις της πλειοψηφίας των πολιτών. Το φαινόμενο παρατηρήθηκε ξεκάθαρα στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2003 και το 2004 όταν το σύνολο των σοβαρών εφημερίδων υποστήριξαν την προπαγάνδα της κυβέρνησης Μπους σε σχέση με τους λόγους της επίθεσης στο Ιράκ. Το ίδιο έγινε στη Γαλλία το 2005 όταν η μεγάλη πλειοψηφία των μέσων υιοθέτησε το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα ενώ, όπως φάνηκε και από το αποτέλεσμα των εκλογών, η πλειοψηφία των Γάλλων ήταν υπέρ του ΟΧΙ. Κάθε φορά παρατηρείται η εγκατάλειψη των παραδοσιακών μέσων από ένα κομμάτι του κοινού και παράλληλα η ανάπτυξη εναλλακτικών πηγών πληροφόρησης κυρίως στο διαδίκτυο.
Τα παραδοσιακά ΜΜΕ πρέπει να συνειδητοποιούσουν ότι χάνουν σταδιακά το μονοπώλιο σχολιασμού των κοινών που είχαν μέχρι τώρα. Ταυτόχρονα πρέπει να σεβαστούν περισσότερο το κοινό που μέχρι τώρα εκμεταλλεύονται σαν μια παθητική μάζα η οποία δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά το εμπόρευμα που πωλούν στους διαφημιστές. Όσο πιο γρήγορα αλλάξουν τακτική και αρχίσουν να δίνουν ενεργητικό ρόλο στο κοινό τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουν να επιβιώσουν στο επικοινωνιακό τοπίο του μέλλοντος. Στην αντίθεση περίπτωση κινδυνεύουν να παρασυρθούν από αυτό το κύμα αμφισβητήσης που έρχεται από τη βάση. Γιατί όλα δείχνουν ότι τελικά οι αναγνώστες είναι όντως το μέλλον της δημοσιογραφίας…
Έρευνα για το διαζύγιο μεταξύ των νέων και των δελτίων ειδήσεων
Όπως φαίνεται από όλες τις ποσοτικές έρευνες, οι Έλληνες χαρακτηρίζονται δικαιολογημένα από έντονη δυσπιστία ως προς την ποιότητα και την αξιοπιστία των τηλεοπτικών ενημερωτικών προγραμμάτων. Η τάση αυτή είναι ακόμη πιο έντονη στις νέες ηλικίες οι οποίες, παράλληλα, παρουσιάζουν έντονη χρήση του διαδικτύου.
Τα χαρακτηριστικά αυτά φαίνονται επίσης σε δύο ποιοτικές έρευνες που έκαναν φοιτητές και φοιτήτριες του Τμήματος ΜΜΕ και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι έρευνες αυτές διεξήχθησαν πρόσφατα στο λεκανοπέδιο Αττικής και το δείγμα τους περιλαμβάνει νέους μεταξύ 18 και 24 ετών.
Στο σύνολο της η έρευνα υπογραμμίζει την παντελή έλλειψη αξιοπιστίας της ιδιωτικής τηλεόρασης ως προς αυτές τις ηλικιακές κατηγορίες. Έτσι 6 στους 10 ερωτηθέντες πιστεύουν ότι το δελτίο που οι ίδιοι παρακολουθούν δεν είναι αντικειμενικό. Η πλειοψηφία θεωρεί ότι τα δελτία είναι περισσότερο μέσο χειραγώγησης της κοινής γνώμης παρά ενημέρωσης.
Οι νέοι μοιάζουν να απωθούνται από τις «συνταγές » που εφαρμόζουν οι διευθυντές ειδήσεων με στόχο τα ποσοστά τηλεθέασης (δραματοποίηση των γεγονότων, μονοθεματικά δελτία, συνεχής αναπαραγωγή των ίδιων θεμάτων, ασυνάρτητος σχολιασμός, τηλεπαράθυρα).
Αυτό βέβαια είναι λογικό από τη στιγμή που τα δελτία δεν φτιάχνονται για αυτούς αλλά για τις « νοικοκυρές κάτω των πενήντα με παιδιά » και τους « μικρομεσαίους » οι οποίοι αποτελούν και τον διακαή πόθο διαφημιστών και διαφημιζόμενων.
Τέλος, οι νέοι ερωτηθέντες εμφανίζουν υψηλή επικοινωνιακή συνείδηση αφού διαμαρτύρονται για την όντως ανύπαρκτη ενημέρωση από τα δελτία ειδήσεων πάνω σε θέματα περιβαλλοντικά (33%), πολιτιστικά (23%), διεθνή (17%) και κοινωνικά.
Το συμπέρασμα που μπορούμε βγάλουμε είναι ότι η ιδιωτική τηλεόραση με την εμμονή της στις παλιές μεθόδους « δημοσιογραφίας » παγιδεύεται σταδιακά σε ένα κοινό μεγάλων ηλικιών και χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, αφήνοντας στην απέξω την νέα γενιά και σπρώχνοντας την με ακόμη μεγαλύτερη δύναμη σε νέα εναλλακτικά μέσα επικοινωνίας όπως το διαδίκτυο.
Πράττοντας έτσι οι υπεύθυνοι των καναλιών σκάβουν οι ίδιοι τον λάκκο τους. Μπορεί προς το παρόν η διαφημιστική πίττα να παραμένει ανέπαφη, αλλά η ανανέωση των τηλεθεατών που έρχεται θα φέρει ριζικές ανακατατάξεις στο επικοινωνιακό τοπίο. Και πρώτοι υπεύθυνοι για την απαξίωση του Μέσου της τηλεόρασης θα είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι της.